Παρασκευή 20 Αυγούστου 2021

ΑΝΔΡΑΣ ΧΩΡΙΣ ΟΝΟΜΑ

 




" Ήπιε το γάλα και την κοίταξε στα μάτια. Σκέφτηκε ότι θα μπορούσε να την ερωτευτεί, δεν ήταν σίγουρος, τα μάτια της πήραν ένα κρυστάλλινο πράσινο χρώμα, καθρεφτίζονταν μέσα τους χιλιάδες αλλόφρονες νυχτερίδες, πετούσαν δαιμονισμένα μεταφέροντας τις δονήσεις τους παντού, ένα θρόισμα διέκοψε τη φασαρία των φτερών, κάθε τι στη Χώρα των Κόκκινων Δέντρων προϋπόθετε τον σεβασμό, ο ήχος σε όλα τα μήκη κύματος ήταν σεβαστός από τα πλάσματα, το θρόισμα έγινε φωνή, ψιθυριστή στην αρχή, μετά καθαρή, είχε μέσα της το ρο της ροής του νερού:

«Ξεδιψώ τις ρίζες των Κόκκινων Δέντρων για να αντέχουν να πονάνε τον πόνο των ανθρώπων, να ματώνουν γι΄αυτούς, να φορτώνονται τις αμαρτίες τους, κανείς Θεός δεν μπορεί να σηκώσει στους ώμους του τον πόνο των ανθρώπων, τα Δέντρα μόνο υπάρχουν για να βυζαίνουν το αίμα των πληγών τους, να το κάνουν οξυγόνο, να ακούνε τη σιωπή των ψυχών που ονειρεύονται φυλακισμένες σε τσιμεντένιες πόλεις, να αντιγράφουν σε κάθε τους φύλλο και μια ευχή, εκατομμύρια ευχών απραγματοποίητων, αρχειοθετημένων με τάξη στους νευρώνες τους, σε περιμένουν να διαλέξεις μια, να κόψεις το φυλλαράκι και να το φυλάξεις στην τσέπη σου άνθρωπε, ύστερα θα καταλάβεις ότι είσαι λαγός και όχι λιοντάρι όπως λογάριαζες εσύ ή οι άλλοι για σένα γύρω σου»

Το ρυάκι έπαψε τον ήχο του, τον φυλάκισε στις πέτρες της κοίτης, μικρά ψαράκια πετάχτηκαν στη ράχη του νερού, ρούφηξαν τον τελευταίο απόηχο των λέξεων, επανέφεραν την ησυχία και βούτηξαν ανάποδα στο ροή, γνώριζαν ότι αν ακολουθήσουν τον εύκολο δρόμο του ποταμιού προς τη θάλασσα δεν έχουν ζωή στο αρμυρό νερό, θα σκόρπιζαν πρώτα τη ζωή στον ανηφορικό δρόμο και ύστερα θα πέθαιναν. Η δύσκολη Επιλογή είναι αυτή που στοιχειώνει τους Ζωντανούς, υμνεί τη Ζωή και μηδενίζει τον θάνατο."

Απόσπασμα από τη ανέκδοτη Τριλογία μου "Η Ηλικία της Κρίσης" 


Πέμπτη 5 Νοεμβρίου 2020

ΤΑ ΣΟΚΟΛΑΤΑΚΙΑ

 



   Η μαμά έχει στο χολ έναν παλιό ξύλινο μπουφέ της συχωρεμένης της γιαγιάς. Αριστερά και δεξιά ο μπουφές έχει δυο ντουλάπια και στη μέση μια τζαμαρία όπου τοποθετεί τα φλιτζανάκια του καφέ και  κάτι χρωματιστά μπουκάλια λικέρ. Κάθε ντουλάπι κλειδώνει με ένα κλειδάκι, το οποίο βρίσκεται μονίμως πάνω στην κλειδωμένη κλειδαριά. Δεν κατάφερα ποτέ να καταλάβω τη σημασία του κλειδωμένου ντουλαπιού με το κλειδί πάνω στην κλειδαριά. Ίσως όταν μεγαλώσω καταλάβω πως σκέφτονται οι μεγάλοι. Εκεί συνήθως βάζει πράγματα που τα έχουμε «για έναν άνθρωπο», όπως λέει. Κεράσματα δηλαδή, απαγορευμένα για μένα. 

   Το απαγορευμένο όμως ξυπνά τη λαιμαργία μου. Στόχευσα λοιπόν τα σοκολατάκια. Υψώνονταν στον δίσκο σαν πυραμίδα, μαύρη και γλυκιά. Γλύκαινε στα μάτια μου η βαρεμάρα της απομόνωσης. Τα σχολεία ήταν κλειστά μέρες τώρα. Η μαμά και ο μπαμπάς,  κλεισμένοι κι αυτοί στο σπίτι, τις περισσότερες ώρες έτρωγαν, μάλωναν, ή έβλεπαν ειδήσεις. Ο παππούς έτσι κι αλλιώς είναι κουφός. Αλώνιζα τα δωμάτια χωρίς σκοπό. Έπρεπε πάση θυσία να δοκιμάσω. Δεν έπρεπε όμως να ταράξω το σύστημα στήριξης της πυραμίδας. Αποφάσισα να κλέβω κάθε φορά ένα σοκολατάκι, από την αόρατη πλευρά του δίσκου, και, να στηρίζω το σύστημα με ό,τι εύρισκα πρόχειρο, ώστε να μην διαλυθεί. Η καραντίνα με βόλεψε. Δεν είχαμε κανέναν επισκέπτη τον τελευταίο μήνα να τον τρατάρει η μαμά. Απαγορεύτηκαν και τα κεράσματα βλέπετε. Αποθρασύνθηκα. Η πυραμίδα γέμισε στηρίγματα.  

   Μετά την τελευταία ανακοίνωση παράτασης της καραντίνας, για άλλες δέκα τέσσερεις μέρες, έτρεξα με χαρά στον μπουφέ. Μόλις ακούμπησα ένα σοκολατάκι, παρολίγο να σωριαστεί η πυραμίδα. Ανησύχησα γιατί δεν εύρισκα τρόπο στήριξης, και, δεν μπορούσα να τραβήξω το σοκολατάκι χωρίς να κινδυνεύσει η σταθερότητα. Έψαξα όλο το σπίτι χωρίς αποτέλεσμα. Το μάτι μου τότε έπεσε στο ποτήρι του νερού, δίπλα στο προσκεφάλι του παππού. Η μασέλα του ήταν αυτό που χρειαζόμουν. Την έβγαλα από το νερό, χωρίς δεύτερη σκέψη, τη σκούπισα με ένα πανί, και, στήριξα καλά το σύστημα, για την επόμενη ζαβολιά της καραντίνας μου.

   Το βράδυ ο παππούς πέθανε στον ύπνο του. Ξαφνική διαβητική κρίση, άκουσα να λένε το πρωί. Ήταν στις ευπαθείς ομάδες ο καημένος. Τρόμαξα. Έτρεξα αμέσως στον μπουφέ να δω αν τα σοκολατάκια ήταν στη θέση τους./

 

Ιανουάριος / Ιούνιος 2020

Τρίτη 28 Ιουλίου 2020

ΣΥΣΧΕΤΙΣΜΟΙ ΔΥΝΑΜΕΩΝ



Η Μαριλένα αγαπούσε τον άνδρα της τον Θέμη, παρότι γνώριζε ότι την απατούσε με την Ασπασία. Η Ασπασία μισούσε τον άνδρα της. Ο Θέμης είχε ξεμυαλιστεί μαζί της. Ο Άκης, ο άνδρας της Ασπασίας, ξενοπηδούσε που και που, αγαπούσε όμως την Ασπασία γιατί τη θεωρούσε καλή μητέρα. Μια μέρα ο Άκης γνώρισε τον Θέμη και έγιναν ζευγάρι. Η Μαριλένα χάρηκε πολύ./

Πέμπτη 2 Απριλίου 2020

Η ΣΥΝΩΜΟΣΙΑ ΤΩΝ ΜΥΡΜΗΓΚΙΩΝ




Μια μέρα συνάχτηκαν σε λαϊκή συνέλευση τα μυρμήγκια του κόσμου. Ο αρχιμέρμηγκας πήρε τον λόγο και είπε:

«Οι άνθρωποι έγιναν περισσότεροι από τα μυρμήγκια στη γη. Δεν μας δίνουν σημασία, μας ψεκάζουν  και μας πατάνε αλύπητα. Κάτι πρέπει να κάνουμε. Θα μας εξαφανίσουν.»

«Είστε με τα καλά σας; Τι μπορούμε να κάνουμε εμείς τα ασήμαντα μυρμήγκια ώστε να γλιτώσουμε από το θηρίο;»  ακούστηκε η φωνή ενός γέρου σοφού μέρμηγκα.

Εσκυψαν τότε τα κεφάλια όλα τα μυρμήγκια απογοητευμένα και μαράζωσαν οι κεραίες τους, ώσπου ένα νεαρό μυρμήγκι, που ήταν επιφορτισμένο με τον προγραμματισμό κινήσεων της κοινωνίας τους μέσω προηγμένου συστήματος wi-fi των κεραιών υψηλής συχνότητας, πριν ακόμη οι άνθρωποι εφεύρουν τις τηλεπικοινωνίες, τα κινητά και τους δορυφόρους, ώστε να γίνεται η εργασία τους με θαυμαστή ακρίβεια, πήρε τον λόγο και είπε:

«Μπορώ να φτιάξω ένα  πρόγραμμα Trojan- virus, 2 ΜΒ, που θα εισάγω στον οργανισμό μας με ταυτόχρονη antivirus προστασία για εμάς…»

Μια οχλοβοή ακούστηκε από τη σύναξη των μυρμηγκιών που τρόμαξαν με την ιδέα του νεαρού προγραμματιστή τους και ο νεαρός αναγκάστηκε να σταματήσει. Ο αρχιμέρμηγκας επέπληξε τον νεαρό, αλλά ο σοφός γέρο μέρμηγκας, σηκώθηκε και ζήτησε από τη σύναξη να αφήσουν τον νέο να ολοκληρώσει τη σκέψη του. Πήρε τότε εκείνος θάρρος, μπήκε στη μέση της σύναξης, έσιαξε τα γυαλιά του και συνέχισε:

«Αν όλα τα μυρμήγκια κουβαλούν αυτόν τον virus στο λειτουργικό τους σύστημα, μετά βεβαιότητος ο μυρμηγκοφάγος που θα φάει μερικά από εμάς θα μολυνθεί από τον virus διότι δεν χρησιμοποιεί προηγμένο σύστημα antivirus όπως εμείς …» έκανε μια παύση και περίμενε αντιδράσεις.

«Ε και» φώναξε ένας μέρμηγκας από τη σύναξη και τον ακολούθησαν και οι άλλοι. «Τι θα βοηθήσει αυτό απέναντι στο θηρίο;» Άρχισαν να αγριεύουν τα πράγματα.

«Τότε…» συνέχισε ο νεαρός «… οι Κινέζοι, που τα τρώνε όλα, θα φάνε μετά βεβαιότητος τον μυρμηγκοφάγο, οπότε θα μολυνθούν με τον virus διότι δεν έχουν και αυτοί σύστημα antivirus στο λειτουργικό τους, όπως και όλοι οι άνθρωποι της γης. Ετσι το Trojan- virus προγραμματάκι μου θα μεταδοθεί και θα μολύνει όλους τους ανθρώπους, θα γίνουν λιγότεροι από εμάς και θα μας αφήσουν επιτέλους ήσυχους.»

Μετά από μια στιγμή παύσης, χειροκροτήματα θαυμασμού και ΜΠΡΑΒΟ  τάραξαν τη σύναξη, η οποία μεταδιδόταν με  live streaming σε όλες τις επίγειες κεραίες των  μυρμηγκοφωλιών της γης. Ο αρχιμέρμηγκας έκανε νόημα να σταματήσουν οι ιαχές και η χάβρα χαράς, πλησίασε τον νεαρό προγραμματιστή τους και τον ρώτησε:

«Ποιο θα είναι το όνομα του virus νεαρέ μου

«Corona – virus” !!! απάντησε εκείνος.

Τετάρτη 1 Απριλίου 2020

Ο ΑΝΤΩΝΗΣ



                                                                        Νικόλαος Γύζης: 'Η Αράχνη"                           

Ξαπλωμένος στη μέση της σάλας, με τα χέρια σταυρωμένα στην κοιλιά, κοίταζε χωρίς λόγο το ταβάνι. Φορούσε το γαμπριάτικο κοστούμι του με τη λαμέ γραβάτα που είχε αγοράσει σε πολύ καλή τιμή. Έτυχε ο γάμος του να γίνει την περίοδο των εκπτώσεων και το εκμεταλλεύτηκε όσο δεν πήγαινε. 
Μια γυναίκα είπε: τι όμορφος που είσαι σήμερα Αντώνη, η διπλανή της όμως δεν συμμερίσθηκε το αισθητικό της γούστο. Τα είχε τα χρονάκια του ο Αντώνης. Το δέρμα κουβαλούσε τη δική του ιστορία και την φώναζε, όπως και η κεφαλή του. Αντανακλούσε το φως των λαμπτήρων σαν φωτοστέφανο Αγίου. 
Εκείνος δεν έδινε σημασία στις φιλοφρονήσεις των γυναικών και συνέχιζε να κοιτάζει το ταβάνι επίμονα, ώσπου η γυναίκα του τον σκούντηξε και του είπε με παράπονο: γιατί κοιτάς το ταβάνι Αντώνη μου; Απάντηση δεν πήρε. 
Τώρα όλες οι γυναίκες στη σάλα σήκωσαν το κεφάλι ψηλά, για να πάρουν μόνες τους την απάντηση που δεν καταδεχόταν να δώσει ο Αντώνης. 
Στο μέσον του ταβανιού, δίπλα από το γύψινο της λάμπας, μια αράχνη ύφαινε το πανί της αθόρυβα, προφανώς μέρες τώρα. Το εργόχειρο ήταν στα τελειώματα. Η μικρή ταραντούλα ξεκουραζόταν σε μια άκρη και καμάρωνε την παγίδα που σκάρωσε. Ιουυυυ Αντώνη μου, την αράχνη βλέπεις; τσίριξε η γυναίκα του, ύστερα έπιασε τον ανθοστάτη από το προσκεφάλι του, πάτησε πάνω στην κάσα και κατάστρεψε τη ματαιοδοξία της ταραντούλας./ 



Από την ανέκδοτη συλλογή διηγημάτων "Τα σοκολατάκια"

Τετάρτη 18 Μαρτίου 2020

ΕΝΑΣ ΑΝΘΡΩΠΟΣ






Η
ταν κάποτε ένας άνθρωπος που βάδιζε στην κόψη ξυραφιών, ξυπόλητος, ρακένδυτος, βρωμιάρης, ελεεινός. Συνήθιζε να δένει τα πόδια του με κουρέλια για να μη χαρακωθούν, άφηνε το στήθος του γυμνό, χειμώνα, καλοκαίρι, τα μαλλιά του άπλυτα και αχτένιστα, δεν πατούσε ποτέ στο χώμα, σκόρπιζε πρώτα τα ξυράφια στο πέρασμά του και ύστερα πατούσε πάνω στις ακμές τους. Δεν ήθελε να βρωμίσει τη γη. Σταματούσε και μιλούσε στα καφενεία των χωριών. Οι άνθρωποι πρώτα τον άκουγαν και μετά τον έδερναν. Τα παιδιά τον κυνηγούσαν και του πετούσαν πέτρες στο κεφάλι, παρέα με σκυλιά που ψοφούσαν για σαματά. Τα λόγια του ποτέ δεν έγερναν από τη μια ή την άλλη μεριά, και, το δισάκι που κουβαλούσε κρεμόταν μισό στο στήθος και μισό στην πλάτη του.
Μια μέρα, μετά από ένα κυνηγητό, στάθηκε στην άκρη του χωριού, έξω από το νεκροταφείο. Πλησίασε στη βρύση, έπλυνε τα πόδια, τα καθάρισε από τις πληγές, πάτησε το φρέσκο χώμα και έκατσε κάτω από ένα κυπαρίσσι να ξαποστάσει. Στο μάρμαρο ενός τάφου. Πεινούσε. Έβγαλε από την τσέπη του το μαντήλι, το άπλωσε προσεκτικά στο μάρμαρο. Κάτι ψίχουλα είχαν απομείνει και ένα κομματάκι τυριού, ίσα με το νύχι του. Πρόσεξε ότι καθόταν πάνω στο μνήμα ενός παιδιού. Έβγαλε από το δισάκι ένα ξυράφι και μοίρασε το τυρί στα δυο./ 

Χ.Λ
Ανέκδοτη Συλλογή μικροδιηγημάτων "Τα σοκολατάκια" 



Τρίτη 17 Μαρτίου 2020

Η ΛΙΤΑΝΕΙΑ ΤΗΣ ΒΡΟΧΗΣ







Ό
λα ετοιμάστηκαν σύμφωνα με το πρόγραμμα και τις οδηγίες του παπά. Ο κόσμος από νωρίς το πρωί στριμώχτηκε στον μικρό αυλόγυρο της εκκλησιάς και περίμενε. Φορέσαμε τις παλιές στολές, εκείνες τις ξεθωριασμένες που μας έφταναν μέχρι το γόνα, για να μη λερώσουμε τις καινούριες στα χωράφια. Παρότι έκανα απεγνωσμένες προσπάθειες να πάρω τον σταυρό, στο τέλος, μετά από δημοκρατικές διαδικασίες και φάπες, βολεύτηκα με το ξεφτέρι και στήθηκα στη σειρά, πίσω  από την ομάδα. Ευτυχώς που δεν πήρα τη λαμπάδα και τότε θα ήμουν υποχρεωμένος να κουβαλάω μια άψυχη λαμπάδα πάνω σε ένα ξύλινο κοντάρι για αρκετή ώρα. Σκέτη πίκρα. 
Ο ουρανός από το πρωί είχε την ίδια όψη με τον ουρανό των τελευταίων τριών μηνών. Ένα κρυστάλλινο μπλέ από την αυγή μέχρι την ώρα που ο ήλιος θα μας άφηνε. Οι μέρες πλέον ήταν προβλέψιμες και αυτό δεν άρεσε ούτε στον Θεό. Δεν έλεγε όμως να κουνήσει το δαχτυλάκι Του να διορθώσει τη βλάβη. Εμάς  πάλι δεν μας χαλούσε το σκηνικό, αλλά οι μεγάλοι δεν συμμερίζονταν έτσι κι αλλιώς τη γνώμη των παιδιών σε κρίσιμα θέματα που άπτονταν ειδικών γνώσεων και μακρόχρονης εμπειρίας. Το κρυστάλλινο μπλέ του ουρανού προήγαγε το ποδόσφαιρο, όχι όμως και τη δίψα των φυτών. Οι μεγάλοι στον αυλόγυρο σήκωναν τα κεφάλια στον ουρανό και σταυροκοπιόντουσαν. Ο παπα Κοσμάς με το αετίσιο βλέμμα του, μετρούσε κεφάλια και ψυχές με μαθηματική ακρίβεια. Έπρεπε να μαζευτεί ολάκερο το χωριό γι αυτή την παράξενη εκδρομή έξω από τους δρόμους και τα σπίτια του χωριού. Στα χωράφια. Εκεί που χτυπούσε η καρδιά του, διψασμένη για νερό. Οι τελευταίες γριές με τα μπαστούνια τους πήραν θέση στη σύναξη και όλα ήταν έτοιμα για την εκκίνηση. Δεν έλειπε κανένας, κατέληξε το αετίσιο βλέμμα του παπά. Όλα ήταν στη θέση τους. Οι νέοι με τα λάβαρα της εκκλησιάς μπροστά, ξοπίσω τους άνδρες με μια εικόνα του ναού ο καθένας στα χέρια, ύστερα εμείς τα ξεφτέρια με τα κοντάρια, ο παπάς με τους ψάλτες δίπλα του και στην ουρά όλο το χωριό. Το κρυστάλλινο μπλέ στα κεφάλια μας αγωνιούσε για το μέλλον του.
«Σώσον Κύριε τον λαόν Σου και ευλόγησον την κληρονομία Σου…» οι πρώτες νότες ξεχύθηκαν από το στόμα του παπά και σε λίγο έγιναν κτήμα όλης της πομπής.
Η πρώτη στάση δεν άργησε να γίνει στις παρυφές του χωριού, στην τσιμεντένια ποτίστρα των ζώων. Η πομπή περικύκλωσε την ποτίστρα. Κανα δυο σκύλοι που ξεδιψούσαν τρόμαξαν από το πολύχρωμο ασκέρι και παραμέρισαν  με απορία. Ύστερα άρχισαν να κουνάνε τις ουρές και ακολούθησαν το τσούρμο. Η ποτίστρα είχε άφθονο νερό και από τη βρύση της συνέχιζε να ρέει, να χύνεται σε ένα αυλάκι και να χάνεται στο βάθος του ρέματος.
«Τα ζώα τουλάχιστον έχουν να πιούν…» σκέφτηκα καθώς αφήναμε πίσω μας την ποτίστρα και μπαίναμε πλέον στο βασίλειο των δέντρων και των φυτών. Η γη στα πόδια μας καμένη και σκληρή. Καθώς σέρναμε τα παπούτσια μας η σκόνη που σηκώναμε ενοχλούσε τους πίσω από εμάς.
«Βρε κλήρια*, πάψτε να σέρνετε τα πόδια σας, μας φλομώσατε…» ακούστηκε βαριά η φωνή του παπα Κοσμά, που για μια στιγμή την πέρασα για ψαλμωδία. Κοιταχτήκαμε πονηρά και, χωρίς λόγια, δώσαμε εντολή ο ένας στον άλλον για αλλαγή βηματισμού. Αρχίσαμε πλέον να περπατάμε σαν σε παρέλαση της 25ης Μαρτίου χτυπώντας με δύναμη τα πόδια στη γη. Η γη όμως δεν είναι παντού ίδια. Είχαμε ήδη μπεί σε περιοχή όπου ο δρόμος καλύπτονταν από ασπροπλιά.* Ένα ελαφρύ αεράκι, που μας έστειλε εκείνη τη στιγμή το κρυστάλλινο μπλε στα πρόσωπα, έφτανε για να στείλει το αλεύρι κάτω από τα πέλματά μας στα ράσα του παπά και στα καλά ρούχα των κυράδων. Κανείς δεν διαμαρτυρήθηκε, μόνο ο παπά Κοσμάς ανέλαβε δράση, άφησε τη σειρά του και μας πλησίασε.
«Αναθεματισμένα…» ψιθύρισε στα αφτιά μας «Την Κυριακή στη Λειτουργία θα σας ταράξω στο καψόνι..» Η απειλή πλέον ήταν συγκεκριμένη και ορατή. Αυτόματα οι ίδιες εικόνες ξεδιπλώθηκαν στα μάτια του καθενός. Να κρατάμε εκ περιτροπής το θυμιατό και να λιβανίζουμε με τις ώρες σκυφτοί, ώσπου να αποφασίσει να μας κάνει νόημα με τα φρύδια του για να του το δώσουμε. Να απαγορεύσει τη διέλευση πίσω από την Αγία Τράπεζα και έτσι να μένουμε καθηλωμένοι και αποκομμένοι στα δυο τμήματα του Ιερού, χωρίς να μπορούμε να κουβεντιάσουμε. Και το σημαντικότερο που μας έκανε να ανατριχιάσουμε. Να μας βγάλει στην περιφορά των Αγίων και Αχράντων Μυστηρίων, μέσα στην εκκλησιά, με τα παλιά μας ράσα που έφταναν μέχρι το γόνα. Ξεφτίλα !!! Αφήσαμε κατά μέρος την εθνική έπαρση και αρχίσαμε το αχνοπάτημα. Ο παπα Κοσμάς τίναξε από τα ράσα και τα γένια του το αλεύρι της γης και ξαναμπήκε στη σειρά. Πέταξε ένα βιαστικό «Δόξα Πατρί…» και συντονίστηκε με τους ψάλτες χωρίς να δείξει πως έχασε αράδα από τις Παρακλήσεις.
«Επίβλεψον εν ευμενεία, πανύμνητε Θεοτόκε, επί την εμήν χαλεπή του σώματος κάκωσιν και ίασαι της ψυχής μου το άλγος» η κανονικότητα επέστρεψε στην πομπή, ώσπου ακούστηκε από τους μπροστινούς μας ένα μακρόσυρτο αχχχχ… Ο στραβοκάνης ο Νικολής της Στρατούλας, στραβοπάτησε στη λακκούβα και σωριάστηκε μπρούμυτα με την εικόνα του Οσίου Ευσταθίου αγκαλιά. Η πομπή πάτησε φρένο πάλι και ο παπα Κοσμάς αλαφιασμένος και με ανασηκωμένα τα ράσα έτρεξε προς τον απρόσεκτο που παρέμενε μπρούμυτα στο χώμα. Τα γέλια που ήρθαν απρόσκλητα στα χείλη μας, δεν μπορέσαμε να τα κρατήσουμε κρυφά και πλημμύρισε ο αγέρας. Τον είχαμε άχτι τον Νικολή γιατί δεν μας άφηνε να χτυπήσουμε την καμπάνα. Μας κυνηγούσε και όταν στρίμωχνε κάποιον από εμάς σε καμμιά γωνιά του καμπαναριού, έριχνε ξυλιές. Ο παπά Κοσμάς τον πλησίασε, τον σκούντηξε στην άκρη και πήρε από τα χέρια του την εικόνα του Οσίου Ευστρατίου, τη σκούπισε και την ασπάστηκε. Ύστερα την έδωσε στον διπλανό του και με τα φρύδια τιμώρησε τον απρόσεκτο, στέλνοντάς τον στο τέλος της πομπής, χωρίς εικόνα Αγίου στα χέρια. Με κατεβασμένο το κεφάλι ο Νικολής πέρασε μπροστά μας, χωρίς να μπορεί ούτε καν να μας αγριοκοιτάξει.
«Διάσωσον από κινδύνων τους δούλους σου Θεοτόκε, ότι πάντες μετά Θεόν εις σε καταφεύγομεν, ως άρρηκτον τείχος και προστασίαν» Ο παπα Κοσμάς ήξερε απέξω και ανακατωτά τα γράμματα του Θεού και πάντα εύρισκε τρόπο να τα ταιριάζει στην περίσταση, αλλά η οχλοβοή της πομπής έπνιξε τα λόγια του και εκνευρίστηκε. Σταμάτησε και μαζί τους και εμείς. Η βοή τώρα έγινε πνιχτά γέλια και ύστερα τρανταχτά, καθώς ο μπάρμπα Μήτσος έτρεχε στο διπλανό χωράφι να συνετίσει τον γάιδαρό του που κοίταζε με απορία και με το εργαλείο του κρεμασμένο μέχρι το χώμα. Απέστρεψε το βλέμμα του ο παπα Κοσμάς και επικεντρώθηκε στα παπαδάκια του φωνάζοντας σσστ. Είχαμε λυθεί στα γέλια εγκαταλείποντας τον αυστηρό σχηματισμό της ευθείας γραμμής. Σα να μην έφτανε όμως αυτό ο Σάκης ο ψηλός που κρατούσε τον σταυρό έκρινε σκόπιμο να σχολιάσει το γεγονός
«Είδε ο γάιδαρος τον κώλο της Μαρικούλας και τον πέρασε για καπούλια…» Αυτό ήταν. Το σχόλιο ήταν αρκούντως μεγαλόφωνο, η αντάρα των γέλιων γενικεύτηκε και ο παπα Κοσμάς έτρεξε πάλι να συμμαζέψει τα ασυμμάζευτα. Μια σβερκιά ήταν αρκετή για να αποκαθηλωθεί πάραυτα ο ψηλός από το ύψιστο χρέος του σταυρού, που βρέθηκε στα χέρια μου και να υποβιβασθεί σε βαστάζο της άψυχης λαμπάδας, στο τέλος της σειράς. Ο μπάρμπα Μήτσος κυνηγούσε τον γάιδαρο στο χωράφι, εκείνος έτρεχε γκαρίζοντας γύρω από το παλούκι του, ανεμίζοντας τη μαλαπέρδα ανάμεσα στα σκέλια χωρίς να χάσει ικμάδα από την ορμή της, η Μαρικούλα  κατακόκκινη έσιαζε το μαύρο της φόρεμα, μήπως και σπάσει τις γραμμές των οπισθίων της, ο στραβοκάνης ο Νικολής της Στρατούλας χαλβάδιαζε απροκάλυπτα τον κώλο της, ο Σάκης ο ψηλός με τη λαμπάδα είχε σκύψει και κατέβαζε καντήλια κι εγώ κορδωμένος κρατούσα σφιχτά τον σταυρό, που μια ατυχής συγκυρία τον έφερε στα χέρια μου.
«Υπεραγία Θεοτόκε, σώσον ημάς. Απορήσας εκ πάντων, οδυνηρώς κράζω σοι, πρόφθασον θερμή προστασία και σην βοήθειαν, δος μοι τω δούλω σου, τω ταπεινώ και αθλίω, τω την σην αντίληψην, επιζητούντι θερμώς»  Η παράκληση του παπα Κοσμά προσπάθησε να επαναφέρει την  κανονικότητα, αλλά δεν είδε αποτελέσματα. Ο πονηρός παπάς σταμάτησε τον ψάλτη που είχε αρχίσει τα «Κύριε Ελέησον…» και του καμε νόημα με τα φρύδια να πάει επειγόντως παρακάτω. Πήδησαν μερικές σελίδες βιαστικά
«Σοφία. Ορθοί. Ακούσωμεν του Αγίου Ευαγγελίου. Ειρήνη πάσι. Και των πνεύματί σου. Εκ του κατά Λουκάν Αγίου Ευαγγελίου το ανάγνωσμα. Πρόσχωμεν. Δόξα σοι Κύριε, δόξα σοι…»
Η σιωπή πήρε τη θέση της και οι άνθρωποι σταμάτησαν να μιλάνε και να κινούνται. Ο Σάκης ο ψηλός με κατεβασμένο το κεφάλι, μαζί με τον χόντρο Μπίλλυ στάθηκαν μπροστά στο ευαγγέλιο του παπά με τα κοντάρια τους. Ο μπάρμπα Μήτσος σταμάτησε το κυνηγητό και ο γάιδαρος σταμάτησε κι εκείνος την τρεχάλα δίπλα του, χωρίς όμως να απαρνηθεί τη φύση του. Αγάλματα και οι δυο άκουγαν το ευαγγέλιο. Η Μαρικούλα αφησε τον πισινό της και έσκυψε ταπεινά το κεφάλι στο άκουσμα, ενώ πίσω της ο σταβοκάνης Νικολής δεν χόρταινε να ακούει και να βλέπει.
Μόλις ο παπά Κοσμάς τέλειωσε το ευαγγέλιο και προτού ακουστεί κιχ στη σύναξη, ξεκίνησε ένα λογίδριο στη μέση του δρόμου. Είχε τον τρόπο του να βουλώνει τα στόματα όταν η κατάσταση εκτρεπόταν σε άλλα μονοπάτια.
«Αδελφοί. Μαζευτήκαμε σήμερα για να παρακαλέσουμε την ομβροτόκο Παναγία να μας βοηθήσει να ρίξει ο ουρανός νερό να ποτιστούν οι σοδειές σας, να ξεδιψάσει η γη και όλα τα ζωντανά της. Αντί να ακολουθήσετε ευλαβικά και με κατάνυξη τη λιτανεία μας, την μετατρέψατε σε πανήγυρη και εκδρομή αναψυχής. Ο Θεός απαιτεί ταπείνωση και καθαρή ψυχή για να ακούσει τις προσευχές μας ώστε να δεήσει να μας στείλει τη βροχή του. Θα σας παρακαλούσα λοιπόν να συνεχίσουμε τη λιτανεία μας με ευλάβεια, χωρίς φωνές, γέλια και πονηρά κουτσομπολιά, μέχρι το κτήμα του Λάμπρου. Εκεί θα τελέσουμε αγιασμό στον μικρό μετεωρολογικό σταθμό που έστησε το κράτος.»
Κανείς δεν μίλησε. Μόνο ο πατέρας του Σάκη του ψηλού που έχει δωρίσει πολλά χρήματα στην εκκλησία, πλησίασε τον παπά και απαίτησε να συγχωρήσει τον γιό του που είναι παιδί και να του δώσει και πάλι τον σταυρό. Ο παπα Κοσμάς μου έριξε μια ματιά με νόημα, παρέδωσα περίλυπος τον σταυρό και ύστερα ακολούθησα την διαταγή των φρυδιών του και τον πλησίασα. Μου έδωσε το θυμιατό και άρχισα το κούνημα λιβανίζοντας τον αγέρα δίπλα του σε όλη τη διαδρομή. Το κρυστάλλινο μπλε στα κεφάλια μας ούτε στιγμή δεν έχασε το χαμόγελό του σήμερα. Μόνο οι άνθρωποι σταμάτησαν να μιλάνε και να γελάνε.
Από μακριά φάνηκε το κτήμα του Λάμπρου και όσο πλησιάζαμε φαινόταν και το γκρί κουτί του μετεωρολογικού σταθμού που στεκόταν σε ένα πόδι σαν πελαργός. Παραδίπλα, κάτω από τον ίσκιο μιας αγκορτζιάς ξεχώριζε ένα αυτοκίνητο κρατικό. Κανένας άνθρωπος τριγύρω. Ο παπα Κοσμάς έκανε νόημα την πομπή να σταματήσει και προχώρησε μόνος προς το αυτοκίνητο. Στο κατόπι του κι εγώ να λιβανίζω, γιατί έτσι πρέπει. Γύρω από τους παπάδες μαζεύονται διαόλια και κάποιος πρέπει να τα διώχνει με το λιβάνι. Σταματήσαμε δίπλα στο ανοιχτό τζάμι του οδηγού. Ο παπα Κοσμάς έσκυψε δειλά κι εγώ δίπλα του σηκώθηκα στις μύτες των ποδιών να δω, χωρίς να σταματήσω στιγμή το λιβάνισμα. Ο γυμνός πισινός ενός άνδρα ξεχώριζε πάνω από το σώμα μιας γυναίκας. Το ζευγάρι ταράχτηκε μόλις είδε τον παπά και στριμώχτηκαν στην άλλη άκρη του αυτοκινήτου, προσπαθώντας να κρύψουν τη γύμνια τους. Ο παπα Κοσμάς δεν έχασε την ψυχραιμία του και ρώτησε
«Θα έχουμε βροχή; Τι λένε τα μηχανήματά σας;» αφού ξεπέρασε το πρώτο σοκ ο άνδρας, φανερά  ενοχλημένος του απάντησε. 
«Δεν έχει βροχή πάτερ. Κάτι δεν κάνατε καλά. Πάρε τον μικρό με το λιβανιστήρι τώρα, μας μπούκωσε…»
Με έπιασε από τον ώμο και γυρίσαμε πίσω στη πομπή. Ο κόσμος περίμενε να μάθει. Ο παπα Κοσμάς, χάιδεψε τα γένια του, πήρε το ύφος του νικητή και φώναξε δυνατά.
«Αδελφοί, οι επιστήμονες λένε ότι δεν θα βρέξει. Τώρα όμως που ο Κωστάκης τους λιβάνισε και θα φύγουν τα διαόλια από τον σταθμό, ο Θεός θα μας λυπηθεί και θα στείλει την βροχή του. Πάμε στα σπίτια μας»
Το βράδυ έβρεξε./ 



Τετάρτη 25 Δεκεμβρίου 2019

ΑΣΚΗΣΕΙΣ ΜΝΗΜΗΣ





Έφυγες στις έξι το πρωί,
προτού ανοίξει το συνεργείο στη γωνία.
Είχες κλείσει με το αυτοκίνητο την είσοδό του
για να ανοίξεις μια χαραμάδα
στο συρτάρι με τα μολύβια μου,
εκεί που έκρυβα τις νότες του φεγγαριού
μόνο για μένα,
εκεί που είχα φυλακίσει τα Χριστούγεννα
για να αντέξω την πλήξη.
Στο μαξιλάρι ξέχασες μια πεταλούδα.
Κουβαλούσε στα φτερά της
το χρώμα του νάρδου,
λίγο πριν λουστεί με το αίμα 
των αμνών του Πάσχα,
το άρωμα των λεμονιών
από τα περιβόλια των αηδονιών
και τη φρεσκάδα μια θάλασσας αόρατης
σε ανίερα βλέμματα.
Ο μάστορας στο συνεργείο με κοίταξε
με οίκτο σήμερα.
Ξέχασα να φυλάξω
ένα κομμάτι αποξηραμένου φιλιού σου
στα τετράδιά μου.

Χ.Λ

Τρίτη 5 Νοεμβρίου 2019

Η ΚΡΥΜΜΕΝΗ ΛΕΞΗ (προδημοσίευση)


Salvador Dali: Ανεμόμυλοι με πεταλούδες

   Το μοναδικό δέντρο στην πλαγιά το είχε πιάσει ένας Καλόγερος, κάθε μέρα προσευχόταν στην αστραπή του Θεού που το έκαψε αναίτια, το άφησε χωρίς κλαδιά και φύλλα να τον προστατεύουν από το ξεροβόρι, τη βροχή  και την κάψα του ήλιου, δεν έδωσε σημασία στους ταξιδιώτες συνέχισε να μετράει τους κόμπους της ροζιασμένης βέργας του, ο Γέρος κοντοστάθηκε, τον καλημέρισε, τον ρώτησε αν πάνε καλά για την μεγάλη πόλη πίσω από τις βουνοκορφές, την ώρα που το δάχτυλο του Καλόγερου ψηλάφιζε τον τελευταίο κόμπο της βέργας του, κούνησε το κεφάλι ο Καλόγερος, σήκωσε τη βέργα στον ορίζοντα, την κάρφωσε στο σημείο που συναντιόταν η Όστρια με τον Γαρμπή, μια πληγή χαίνουσα σχηματίσθηκε στο μαλακό πλευρό του ουρανού, ξεχύθηκαν οι δυο αγέρηδες, έπλεξαν τα βρώμικα μαλλιά του Καλόγερου κοτσίδες, ο Γέρος παραπάτησε από την ορμή τους, έπεσε πάνω στην πανοπλία Εκείνου.
Πόλεμος γίνεται στην πόλη, είπε ο Καλόγερος, μεταμορφώθηκε σε Γυναίκα νέα, δυο μαστοί φύτρωσαν στο στήθος του, έτρεχαν αίμα, έσκυψε ο γέρος βύζαξε τις θηλές, ξεδίψασε.
Δεν με φοβίζει ο πόλεμος Γυναίκα, είπε ο Γέρος μόλις τέλειωσε το βύζαγμα, τότε η Γυναίκα ξανάγινε Καλόγερος, τράβηξε με δύναμη τη βέργα από τα πλευρά του ουρανού, η πληγή άφησε πάνω του μια στίξη.
Πού μπορούμε να ξαποστάσουμε γέροντα;  ρώτησε.
Στην ίδια πέτρα που ξαποσταίνω κι εγώ, είπε, τρείς μοιράστηκαν την ίδια πέτρα, κοντά ο ένας με τον άλλον, τα σώματά τους κόλλησαν, έγιναν ένα, η πανοπλία ζεστάθηκε, το μέταλλό της ίδρωσε σταγόνες δάκρυα από το κεφάλι μέχρι τα πόδια, σηκώθηκε ο Καλόγερος από την πέτρα και είπε στους ταξιδιώτες.
Σήμερα πεθαίνω ευτυχισμένος γιατί κλαίει για μένα μόνο ο Χάρος,
Οι άνθρωποι κλαίνε γέροντα, αντέτεινε ο Γέρος,
Οι άνθρωποι δεν κλαίνε για ό,τι δεν είχαν, μόνο γι΄αυτά που έχασαν,
Ο Χάρος τι έχασε και σε κλαίει; απόρησε ο Γέρος,
Δεν μπόρεσε να πάρει την ψυχή μου, λογάριαζε σε μια αρσενική ψυχή, αλλά εγώ είμαι και αρσενική και θηλυκή ψυχή, όπως με έπλασε ο Θεός μου,
Πώς το κατάφερες αυτό γέροντα; ξαναρώτησε,
Έψαξα… είπε και πέθανε όρθιος, κοκάλωσε το σώμα, έγινε μια δεύτερη χλωρή ρίζα δίπλα στην αστραποκαμένη, οι κάμποι της ροζιασμένης βέργας του έγιναν κλωνάρι, βλάστησαν καινούρια φύλλα και μικρούς αιμάτινους καρπούς, έκοψε έναν ο γέρος, τον έφαγε, έκανε νόημα σ΄ Εκείνον να τον ακολουθήσει, έτριξε η πανοπλία καθώς σηκώθηκε από την πέτρα, κοκάλωσε πάνω της ο ιδρώτας φτιάχνοντας ένα ανάγλυφο με ρυάκια και ποτάμια μνήμης, από το κεφάλι ίσα με τα πόδια της, μπορούσε τώρα κάποιος να τα ψηλαφίσει εύκολα, αναγνωρίζοντας την αγωνία του Χρόνου, όταν εκείνος κυλούσε ρευστός, πριν παγώσει και γίνει ένα με το κρύο μέταλλο./

Απόσπασμα από την ανέκδοτη συλλογή διηγημάτων Η ΚΡΥΜΜΕΝΗ ΛΕΞΗ

Πέμπτη 26 Σεπτεμβρίου 2019

ΣΧΙΖΟΦΡΕΝΕΙΑ



 Πίνακας Vincent Willem van Gogh: "Έναστρος ουρανός" 


Ας μιλήσουμε για σχιζοφρένεια.

Μην τρομάζετε. Το πριόνι μου, το έβαλα για φόρτιση.
Άλλωστε, πέρασε καιρός από τότε.

Ο χρόνος προσπερνά και παράλληλα καταπατά κάθε αλήθεια που κρύβεται μέσα σε όποιο διαγνωσμένο, παρανοϊκό μυαλό. 

Τί θεωρείται σχιζοφρένεια;

  Σχιζοφρένεια, θεωρούν οι κλειστόμυαλοι πολυγνώστες ή οι ημιμαθείς, οτιδήποτε δεν ανήκει στο δικό τους αισθητηριακό πεδίο, στη δική τους τυποποιημένη διαγράμμιση. Οτιδήποτε σερβίρεται σε γκουρμέ άρθρα, και σε πολυδάπανες Χολιγουντιανές ταινίες. Κατά κύρια και προσωπική εμπειρία, η πάθηση της σχιζοφρένειας, δεν έχει καμία απολύτως σχέση με ό,τι διδάσκουν ή θα ήθελαν να υποστηρίζουν όσοι βαριούνται να ενημερωθούν, να πειραματιστούν ή και να αλλάξουν τις πεποιθήσεις, τους φόβους και την άγνοια τους. Πολλούς από αυτούς άλλωστε, τούς δεσμεύει και ο Δεοντολογικός κώδικας τού επαγγέλματός τους.
  
  Η φωτοευαισθησία, η υπερευαισθησία, η εντιμότητα, η υπέρ αντίληψη, η αλήθεια και η ενσυναίσθηση σε έναν απάνθρωπο κόσμο, είναι λίγα από τα πολλά υπαρκτά χαρακτηριστικά της. Η ακρότητα στα αντανακλαστικά, η υπερσκεψία (υπερανάλυση), το «χάσιμο», η μόνιμη υπερδιέγερση, αλλά και η ευφυΐα. Οι καλλιτεχνικές τάσεις, η 24ωρη ετοιμότητα δράσης, νεύρα κρόσσια, μαύροι κύκλοι κάτω από τα μάτια. Λέξεις, φράσεις, όνειρα που –μερικές φορές- προβλέπουν το μέλλον, μελωδίες από το πουθενά, ή από ένα άγνωστο κάπου.

  Πόσοι από εσάς πιστέψατε μια φωτογραφία από τον πλανήτη Άρη; 

 Πόσοι από σας πιστεύετε στον Θεό, τους Αγίους, τους Αγγέλους ή τις γραφές και τα γραφόμενα των υπέροχων φιλοσόφων μας; 
Τελικά τον πλανήτη Άρη, τον έχετε δει με τα μάτια σας; Τον Θεό, τους Αγίους, τους Αγγέλους, τούς έχετε δει; Τους φιλοσόφους μας, τούς έχετε γνωρίσει;

  Η απάντηση μάλλον είναι "Όχι", σε όλες τις ερωτήσεις. Ο καθένας μας όμως, πιστεύει σε κάτι από τα παραπάνω ή και σε όλα.

 
Μέσω των πλανητών, κάποιοι προβλέπουν τα φυσικά φαινόμενα και άλλοι το μέλλον. Οι θέσεις και οι περιστροφές των πλανητών, δημιουργούν διαφορετικά μαγνητικά πεδία. Όπως και να έχει, εσείς τούς πιστεύετε δίχως άλλο, επειδή δεν διαθέτουν τρελόχαρτο. 

  Δεν έπεσε στην αντίληψή μου άνθρωπος ο οποίος να χλευάζει έναν θαυμαστή ή διδάκτορα της φιλοσοφίας. Άλλωστε, η φιλοσοφία χρησιμοποιείται μέχρι και σήμερα για το marketing προώθησης ιδεών, αγαθών και υπηρεσιών. Στη Νομική, την ψυχολογία, την όποια θρησκεία, αλλά και τον αποκρυφισμό. Θα ήταν σχεδόν αυτοκαταστροφικό, να μην υποκλινόμαστε στην δύναμη των φιλοσοφικών συμπερασμάτων. Στη σύντομη αγαλλίαση, καθοδήγηση ή δικαίωση που μάς προσφέρουν τα φιλοσοφικά αποφθέγματα. Έχω βάσιμες υποψίες, ότι πολλοί από εμάς προσευχόμαστε για ένα θαύμα. Όμως, όπως είπε και ο Lily Tomlin:  

«Όταν ο  άνθρωπος μιλά στο Θεό, το λένε 'προσευχή'. Όταν ο Θεός μιλά στον άνθρωπο, το λένε 'Σχιζοφρένεια'.»

Εκτός βέβαια και αν ο παθόν, διαθέτει χρίσμα Ιερέα, ή Μάστερ Πνευματιστή, Δαιμονολόγου, Αστρολόγου, ή Μέντιουμ.

  Σας προβλημάτισα; Γελάτε; Μην μου πείτε ότι ποτέ σας δεν έχετε διαβάσει ζώδια. Μην μου αρνηθείτε ότι ούτε μία φορά, δεν έχετε δεχθεί -έστω για πλάκα- να σας ερμηνεύσουν το κατακάθι του καφέ, ή δεν επιθυμήσατε κάποτε να σας ρίξουν πασιέντζα.

 
Μην μου αρνείστε τα γεγονότα, περί απίστευτων συμπτώσεων. Περί χαρισματικών παιδιών, με εξαίρετα ταλέντα από μικρή ηλικία, που δεν μπορεί να εξηγήσει ανθρώπινος νους. Για αυτόν λοιπόν τον λόγο, η όποια τους διαφορετικότητα λαμβάνει μια ιατρική διάγνωση, όπως και μια φαρμακευτική αγωγή, που ως εκ τούτου, τούς στιγματίζει, συνοδεύοντάς τους για όλη τους την ζωή. Άραγε, αν όλοι μας περνούσαμε από ψυχιατρικό έλεγχο σε κάποια φάση της ζωής μας, πόσοι από εμάς θα φεύγαμε από το ιατρείο του ειδικού ψυχικής υγείας, δίχως συνταγογράφηση; Πόσοι από εμάς θα φεύγαμε δίχως διάγνωση Ψυχικής πάθησης; Τροφή για σκέψη.

  Ένας ολόκληρος πλανήτης, ένα ολόκληρο σύστημα, στηρίζεται επάνω στην αδυναμία σου να διαχειριστείς τους ρομποτικά γρήγορους ρυθμούς της ζωής. Στην αδυναμία σου να αποκτηνωθείς και να αδιαφορείς για ό,τι θλιβερό συμβαίνει γύρω σου. Στην αδυναμία σου να καταπατήσεις μέχρις εσχάτων τον συνάνθρωπό σου, για να ανέβεις σε μία εφήμερη κορυφή. Στην αντίδρασή σου, που ταράζει τα νερά όσων εξαπατούν το κοινωνικό τους σύνολο. Στην αγανάκτηση της επιβαλλόμενης απάνθρωπης κοινής λογικής, και της καταπάτησης χαμένων ψυχών, προς τιμήν της κάλυψης μέρους της ματαιοδοξίας των καταπατητών.

-Μην αντιδράς! Σώπαινε και συμβιβάσου. Αλλιώς, μέσα! 'Η αλλιώς, στην καταστολή. Να πάψεις να σκέφτεσαι και να ανησυχείς για τον κόσμο. Άλλωστε, δεν φτιάχτηκε για εσένα. Για τα ανήσυχα πνεύματα, η  ομοιομορφία είναι βαρετή, αλλά σε ένα πλήθος με πανομοιότυπα χαρακτηριστικά, είναι ευκολότερη η χειραγώγηση προς την κατεύθυνση που επιθυμούν, οι πραγματικοί ψυχοπαθείς.

-Δεν είσαι ικανός για εργασία! Γιατί αν κάποιος παράξενος πελάτης στην εργασία  σου, -που θεωρείται γνωστικός- σε βρίσει στα καλά καθούμενα ή χειροδικήσει σε συνάδελφό σου, επειδή ο ίδιος είναι στριμμένος ή δεν ξύπνησε καλά, εσύ θα το σκέφτεσαι για ένα δίμηνο το λιγότερο και πνιγμένος από το άδικο, θα βγάζεις αφρούς από το στόμα και θα κοπανάς το κεφάλι σου στο ντουβάρι, για να μην κοπανήσεις το δικό του.



Η δική σου ανεξαρτησία θα είναι για αυτούς, μια συνεχόμενη απειλή. Πρέπει να σε ακυρώσουν πάση θυσία. Τί θα γινόταν αν μια μέρα, δημιουργούσαμε μια τεράστια ομάδα με παιδιά asperger και διαγνωσμένους συνειδητοποιημένους σχιζοφρενείς;
Θα αλλάζαμε τον κόσμο. 
  Τον εαυτό μας άλλωστε, τον αλλάξαμε χρόνια πριν την διάγνωση και χρόνια μετά. Όπως καταλαβαίνετε όμως, κατά αυτόν τον τρόπο το σύστημα τους, θα κατέρρεε.

  Για να μην επέλθει λοιπόν κατάρρευση τού συστήματος των αδαών και συμφεροντολόγων, η κοινωνία φροντίζει συνεχώς να παραποιεί, να εκμεταλλεύεται, να παραγκωνίζει, να χρησιμοποιεί, να περιφρονεί ή ακόμη και να προκαλεί, αυτές τις μειονότητες.

  Σκεφτείτε ότι η απεξάρτηση από το αλκοόλ, είναι ευκολότερη από την απεξάρτηση της προκληθείσας εξάρτησης, από μία ή δύο ελάχιστες, αλλά αναγκαίες κρατικές παροχές.

Σύντομη αναδρομή: 

  Ήταν ο Γιώργος. Ντρεπόταν να μας εκμυστηρευτεί, ότι διαγνώστηκε με σχιζοφρένεια. Βγαίναμε που και που για καφέ στην Καμάρα της Θεσσαλονίκης. Ήταν πάντα κομμάτια από τα κατασταλτικά. Περπατούσε σαν υπνωτισμένος. Κράταγε μετά βίας την ισορροπία του. Κάποιες φορές κατουριόταν επάνω του.
Ακράτεια. 

  Δύο άτομα τον κρατούσαμε να μην ορμήσει σε έναν πατέρα, ο οποίος μπροστά στα έκπληκτα μάτια μας, κακοποιούσε τον περίπου τριών ετών γιο του. Δύο άτομα, κρατούσαμε μετά βίας ένα -μέχρι εκείνη την στιγμή- ναρκωμένο ζόμπι, για να μην ορμήσει σε ένα κτήνος που είχε μελανιάσει το παιδί του στο ξύλο, μπροστά σε τόσους περαστικούς. Δίχως ενδοιασμούς, δίχως ντροπή, δίχως οίκτο. Άλλωστε, κανείς δεν θα παραβίαζε την ακεραιότητα του, για να τον σταματήσει. Μονάχα ένας τρελός. Ο Γιώργος. Μα ακόμη και αυτόν, τον συγκρατήσαμε εμείς, οι γνωστικότεροι. Δεν θέλαμε να  δώσουμε τροφή στις εφημερίδες να γράψουν, πως ένας τρελός δήθεν αχαπάκωτος, επιτέθηκε σε έναν αθώο πολίτη, οικογενειάρχη, με γυναίκα και παιδί. Με δεκάδες περαστικούς, οι οποίοι παρέλειψαν να αγοράσουν ποπ-κορν από το περίπτερο και χάζευαν το συμβάν ως αποχαυνωμένοι θεατές, της ανεξέλεγκτης εξέλιξης του υποτιθέμενα, ηθικού μας πολιτισμού. Εδώ δεν πίστευαν και δεν αντέδρασαν σε αυτό που φανερά αντιλαμβανόντουσαν. Θα πιστέψουν ή θα αντιδράσουν σε κάτι, για το οποίο είναι ανίκανοι ή αρνητικοί στο να αντιληφθούν; Θα πιστέψουν σε οτιδήποτε δεν μπορούν να ακούσουν ή να δουν ή ακόμη και να νιώσουν;

  Και για να προλάβω κάποιον νεοσύλλεκτο ειδικό ψυχικής υγείας που πιθανόν να σκεφτεί, ότι ο κάθε άνθρωπος είναι διαφορετικός και ότι η σχιζοφρένεια πυροδοτείται στον κάθε ασθενή, σε διαφορετικές καταστάσεις, υπό συγκεκριμένες συνθήκες με διαφορετικά ερεθίσματα... Θα ήθελα λοιπόν να τον ενημερώσω, πως το ψέμα, η αδικία, η κακοποίηση, η κοροϊδία, ο εξευτελισμός, η εξαπάτηση, η χειριστικότητα και η βία, εξοργίζουν όλους τους σχιζοφρενείς ανεξαίρετου. Οι κοινωνικοί κανόνες πιάνονται χέρι-χέρι με τους νόμους και αφού οι ειδικοί, έμπειροι, και πλέον σύγχρονοι φιλόσοφοι τής εποχής μας τούς επεξεργαστούν, ο καθένας τους βγάζει τα συμπεράσματα του, υπέρ των συμφερόντων του. Υπέρ πίστεως και τσέπης.

  Αν ο Γιώργος εν τέλει ορμούσε στον ανίκανο πατέρα, ο πατέρας θα ήταν ένα θύμα κακοποίησης από έναν σχιζοφρενή. Αν ο πατέρας εν τέλει σκότωνε στο ξύλο μέχρι θανάτου το παιδί του, ο νόμος υπεράσπισης θα χρησιμοποιούσε μία ψυχική διάγνωση, έτσι ώστε ο γονέας να χρεωθεί τις ελάχιστες ποινές.

"Σχιζοφρενής ιμιτασιόν σκότωσε το παιδί του χτυπώντας το επανειλημμένα στη μέση του δρόμου." ή

"Σχιζοφρενής αφηνιασμένος επιτέθηκε βίαια, σε έναν αθώο πολίτη."

-Διαλέγεις και παίρνεις.

  Για αυτό σας λέω. Ζω σε λάθος κόσμο και δεν ξέρω πότε φεύγει το επόμενο αστρικό Βαγόνι για τον Σχιζοφρενοκόσμο!

  Ο Αϊνστάιν εξέφρασε μια εύλογη απορία. 

"Εγώ είμαι ο τρελός ή όλοι οι άλλοι." 

  Την ίδια απορία έχω εκφράσει πολλές φορές στην ζωή μου.

Σχιζοφρένεια: Μια διάγνωση που οι ειδικοί κλείνουν τα μάτια τους, και δεν παραδέχονται την πολυδιάστατη υπόστασή της. Εφαρμόζουν μονάχα, ό,τι είναι νομίμως δυνατόν, για να την καταστείλουν. Δεν ψάχνουν να την αναδιοργανώσουν, να την προσαρμόσουν κοινωνικά, αλλά ούτε και να την «εκμεταλλευτούν» δημιουργικά, έτσι ώστε οι πάσχοντες να προσφέρουν σε ένα -έστω- μικρό κοινωνικό σύνολο.

  Μάθετε λοιπόν πως οι φωνές μας, δεν είναι πάντα μια ψευδαίσθηση και κάποιες φορές, προκαλούνται από κάποιο συγκεκριμένο εξωτερικό και μη εμφανή για εσάς ερέθισμα. Αυτό το γεγονός, είναι αποτέλεσμα της υπερευαισθησίας και της υπέρ αντίληψής μας.

  Με την υπερκινητικότητα των μορίων του αέρα, παράγονται κύματα. Παλμοί. Συχνότητες. Οι συχνότητες, δημιουργούν ήχους. Οι ήχοι, γίνονται λέξεις και φράσεις που, η κοινή ικανότητα ακοής και αντίληψης, αδυνατεί να συγκροτήσει, να αποκωδικοποιήσει και εν τέλει, να κατανοήσει.
-Πώς νομίζετε ότι κάποιοι ιερείς, προέβλεψαν μερικές μελλοντικές εξελίξεις της ανθρωπότητας οι οποίες μάλιστα, επιβεβαιώνονται μετά από χρόνια;
-Πώς νομίζετε ότι οι φιλόσοφοι, συνέταξαν τα φιλοσοφικά τους συμπεράσματα για τον κόσμο, τα οποία μας καθοδηγούν μέχρι και σήμερα;
-Πώς νομίζετε ότι οι πνευματιστές, βλέπουν μία επερχόμενη κατάσταση ενός πελάτη τους; ( δεν αναφέρομαι σε τσαρλατάνους.)
-Πώς νομίζετε ότι λειτουργούν τα κινητά μας τηλέφωνα, ή η τηλεπάθεια. (Σημ: Ο εγκέφαλος μας για να λειτουργήσει, δημιουργεί χημικές ενώσεις, και καταναλώνει ενέργεια για να τις φέρει εις πέρας.)

  Οι παραπάνω, κατάφεραν ή  καταφέρνουν τα επιτεύγματά τους, μέσω πνευματικών και ψυχικών ασκήσεων τού συνειδητού νου, με το υποσυνείδητο. Μέσω σκληρής  μελέτης, πειραματισμών, και παρατήρησης ετών ή μέσω κάποιων ασκήσεων, μυήσεων ή και τελετών. Κάποιες από αυτές τις τελετές, έχουν καταγραφεί και αναλυθεί, μέσα από τις γνώσεις που μάς πρόσφερε ο γνωστός σε όλους μας Tesla. Για όσους δεν τον έχουν ακουστά, ο Tesla είναι -εκτός των άλλων- ο εφευρέτης των ραδιοσυχνοτήτων, τής ενέργειας και τού ραδιοφώνου. Δυστυχώς όμως, οι άνθρωποι φρόντισαν να τον βγάλουν εξίσου τρελό. Κι ας παρέδωσε τις αποδείξεις από τα πειράματα του στους επιστήμονες. Κι ας χρησιμοποιούν τις εφευρέσεις του μέχρι και σήμερα.

  Η σχιζοφρένεια λοιπόν, δεν είναι ακριβώς ψυχική πάθηση. Θα την χαρακτήριζα περισσότερο ως ένα είδος πνευματικής ανισορροπίας, ή πιο συγκεκριμένα, ως ένα ταλέντο διαυγούς συναίσθησης, που δυστυχώς αποδίδει μία διαφορετική οπτική του κόσμου, σε όλα τα αισθητήρια όργανα αυτού που την κατέχει. Έτσι, ο κάτοχος θα πρέπει να είναι ικανός να ισορροπήσει πάνω σε ένα τεντωμένο σκοινί, δύο διαφορετικών κόσμων. Ανάμεσα σε δυο διαφορετικές, πραγματικότητες.

"Δεν υπάρχει μεγαλύτερη αλαζονεία, από το να καταδικάζουμε ως ψεύτικο, κάθε τι που δεν μπορούμε, να αντιληφθούμε."
Michel de Montaigne.

  Δεν ξέρω αν θα άντεχα να επιβιώνω μέχρι σήμερα, αν δεν υπήρχε η ιδιότητα της σχιζοφρένειας.

  Είναι αδιανόητο το πόσο απάνθρωπος, αναίσθητος, εγωιστής και μισαλλόδοξος άνθρωπος θα ήμουν, αν δεν είχα σχιζοφρένεια.

  Αντικαταστήστε την λέξη σχιζοφρένεια με τις φράσεις, αυξημένο ένστικτο, αδυναμία διαχείρισης της απανθρωπιάς, της αδικίας, του ψέματος και τότε θα λύσετε πολλές από τις απορίες σας.
Ποιος αναίσθητος ασθενεί ψυχικά;
Μάλλον κανείς ή ελάχιστοι.
Γιατί άραγε;

 Το πριόνι μου φόρτισε.
Θα το βάλω στην θέση του.

  Αφήνω την αλήθεια να πριονίζεται από τους μη διαγνωσμένους.

  Αφήνω την χειριστικότητα, την επιβλητικότητα, το ψέμα, την βία, τα αίματα και τις εικόνες θρίλερ επιστημονικής φαντασίας να γίνονται πράξη, από τους αδιάγνωστους γνωστικούς.
  
  Εγώ, είμαι σχιζοφρενής.

  Και μέσα στην τόση τροφή για σκέψη, παραδίδω ένα απόσπασμα από το βραβευμένο μου βιβλίο με στοχαστικά δοκίμια, το οποίο δεν έχει επίσημα εκδοθεί.

-Αντίλογος  Εκ του Ασφαλούς.-

«Η συνείδηση, είναι στοιχείο για λίγους. Δεν τούς συναντάς συχνά. Είναι κλεισμένοι σε κλινικές.
Π-ε-ρ-ι-ο-ρ-ι-σ-μ-έ-ν-ο-ι...
Για να μην διαβάλουν την ου-τοπική ονειρεμένη αισθητική των ασυνείδητων.
Αυτή που δημιούργησαν για να θεραπεύσουν, την πάσχουσα άρνηση τους για αυτογνωσία.
Την αδυναμία τους για μάχη.[…]
Τούς το απέδειξες.
Δεν είναι η ιδέα σου.»

Με εκτίμηση
Λίτσα Γιούτη

ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ: Η Λίτσα Γιούτη, γεννήθηκε τον Απρίλη του 1984 στα Χανιά της Κρήτης, και έχει υιοθετηθεί από μια όμορφη οικογένεια στην Θεσσαλονίκη. Έχει ασχοληθεί εθελοντικά και για περίπου επτά χρόνια με ανθρωπιστικούς συλλόγους υγείας και επανένταξης, ενώ για λίγο διάστημα λειτουργούσε ως ραδιοφωνική παραγωγός στο ra2fono.gr Έχει εκδώσει σε αυτό-έκδοση το πόνημα «Φωνές&Ψίθυροι» σε περιορισμένο αριθμό αντιτύπων, ενώ το δεύτερό της ακυκλοφόρητο δημιούργημα στοχαστικών δοκιμίων«Εκ του Ασφαλούς» (Αντίλογος), πήρε το πρώτο βραβείο συλλογικού έργου το 2018. Εκτός από την φωνή της πένας, η μουσική δεν θα μπορούσε να λείπει από την ζωή της, εξού και τα βιβλία της, πάντα συνοδεύονται από προσωπικές της δημιουργίες, μουσικά και στιχουργικά.

“Όταν μού στερηθεί και η ύστατη σταγόνα οξυγόνου,
ελπίζω να βαστώ στα χέρα μου ένα φύλλο χαρτί και ένα μολύβι.
Ώς τελευταία μου επιθυμία,
η καταγραφή τής ωδής μου, προς το όνειρο.”

Είναι πτυχιούχος ως τεχνικός Δικτύων και συστημάτων, υλικού και λογισμικού. Δίπλωμα επαγγελματικής ηχοληψίας με πρακτική προϋπηρεσία στο Studio Κινητίρ.
BSc Counceling Psychology
Πιστοποιητικό επιμόρφωσης στον τομέα: Ψυχολογία, Φιλοσοφία και Προπονητική ζωής.
Pr.Diploma on NLP (Νευρογλωσσικός προγραμματισμός.)
Certificate on Hypnotherapy (Θεραπευτική ύπνωση.)
Ο.Α Dip Angel Counceling & Therapy (Αγγελική θεραπεία και συμβουλευτική.)
Μέλος της Διεθνούς ένωσης θεραπευτών.

ΡΟΥΜΠΙΝΑ - Η γκεζερά της Αθωότητας

  Μπορείτε να προμηθευτείτε το βιβλίο από το e-shop των Εκδόσεων Ελκυστής, κάνοντας κλικ στον παρακάτω σύνδεσμο:  You can get the book from ...