Γκουστάβ Γκουρμπέ: Η πηγή του κόσμου (L'Origine du monde), 1866, Musée d'Orsay, Παρίσι -------------------------------------------------------------------------------------- ΟΙ ΚΙΝΕΖΕΣ έχουν τα ομορφότερα σκέλη που είδα στη ζωή μου. Μια ρόδινη χαραξιά σα λουλούδι που σκάει. Σαν ένα μάτι μισόκλειστο που ονειρεύεται. Η άνθησή του σκαρφαλώνει καθώς ένα στάχυ. Ή σαν αραιό υπογένειο νεαρού Μανδαρίνου.
H ακοή δεν με βοηθούσε Και η αφή μου κουράστηκε Να κυνηγά πεταλούδες Ανάμεσα σε θνήσκοντα άστρα Και νωχελικούς κομήτες
Χάλασα τους αμφιβληστροειδείς Για να διακρίνω με ορθάνοιχτα μάτια Διάφανα όνειρα
Τώρα, πίσω από το φακό του οφθαλμίατρου Τυφλός ονειρεύομαι Ορθάνοιχτα μάτια να ψαχουλεύουν Διάφανα όνειρα Στον πάγκο της λαϊκής Ανάμεσα σε ντομάτες, πλαστικά λουλούδια Και μαϊμούδες adidas Ενώ ο γιατρός διέγνωσε:
«Διάφανα όνειρα δεν διακρίνονται δια γυμνού οφθαλμού Αμφιβληστροειδείς κατεστραμμένοι»
Photo by Scorpios ------------------------------------------------------------------------------------
Η Ίσαλος Γραμμή επιτίθεται Στις γαλάζιες επιθυμίες Υπό το βάρος κουρασμένων ταξιδιών υπερπόντιων Σε κρεβάτια γήινων ηδονών φορτισμένων Με τσακίσματα, αφημένα πίσω από ορίζοντες που υπόσχονται Θολά λιμάνια, βρώμικες πόλεις και δρόμους υγρούς.
Η Ίσαλος Γραμμή επιτίθεται Περήφανη για τη σκουριά που κουβαλά Κάτω από τη φρέσκια επίστρωση Διαβαθμισμένο βάρος εκτοπίσματος Ανθρώπων που σχεδιάσαν τα όνειρά τους Πάνω στη λαμαρίνα Με την γραφίδα της μοναξιάς των ποιητών Που πεθάνανε Με την αρμύρα των ναυτών που κοιμούνται Στους ωκεανούς της ανθρώπινης μνήμης.
Η Ίσαλος Γραμμή βουλιάζει έμπλεος φορτίου ψιθύρων Για να εμφανισθεί και πάλι Σε ένα ατέλειωτο ανεβοκατέβασμα Προορισμών που χαθήκαν στου πελάγου το μπλε
Στα παιδιά Που, μ΄ένα παγωτό χωνάκι στο χέρι ανάμεσα σε τροχιές χελιδονιών, σχίζουν τα μετάξια του καλοκαιριού με τις φτερούγες τους.
Στα παιδιά Που ζητιανεύουν το φιλί, ανυποψίαστα για τις συνουσίες των λέξεων και τους μελλοντικούς ουρανούς σε αντικατοπτρισμούς οάσεων
Στα παιδιά Ανήκει το καλοκαίρι
Που βάλθηκε αυτό τ΄απομεσήμερο να μου υπενθυμίσει πίσω από τις κουρτίνες με την επαναλαμβανόμενη ατάκα του ο τζίτζικας.
Χ.Λ -----------------------------------------
Εύχομαι σε όλους καλό τριήμερο και να επιτελέσετε με ευσυνειδησία, πατριωτισμό και σεβασμό το καθήκον σας ... απέναντι στη ΘΑΛΑΣΣΑ μας. Εγώ πάω να καταγράψω ποιοι δεν θα επιτελέσουν το καθήκον τους ..... Θα τα πούμε από Τρίτη.
ΦΩΤΟ: Κασσάνδρα ------------------------------------------------------------------------------------- Παράξενο το καλοκαίρι Παράξενη η ξερολιθιά Άσπρο πανί και περιμένει Να σκίσει η πλώρη τα νερά
** Παράξενο το καλοκαίρι Παράξενα και τα παιδιά Δεν κολυμπούν το μεσημέρι Και περιμένουν τη νυχτιά
** Παράξενο το καλοκαίρι Παράξενες και οι φωνές Που φέρνει μπρος μου το αγέρι Στις έρημες ακρογιαλιές
** Παράξενο το καλοκαίρι Παράξενη και η αυγή Είναι σαν δύση που πεθαίνει Προτού λουστεί με τη ζωή. ** Παράξενες που είναι οι ζωές μας Εγώ εδώ κι εσύ εκεί Φυλακισμένες οι ματιές μας Στου πρώτου πόθου τη στιγμή..
ΦΩΤΟ: Κασσάνδρα ------------------------------------------------------------------------------------ Έναν ύμνο λαχτάρησα στη θάλασσα σε ρυθμούς απλωμένους σαν τις κραυγές των κυμάτων Στη θάλασσα όταν ο Ήλιος στα νερά της σαν κατακόκκινη σημαία κυματίζει Στη θάλασσα όταν φιλά τα χρυσαφένια στήθη των παρθένων ακτών που καρτερούν Διψασμένες Στη θάλασσα καθώς ουρλιάζουν οι ορδές της κι εξακοντίζουν οι άνεμοι τις βλαστήμιες τους Όταν αστράφτει μέσα στ΄ατσάλινο νερό η λαμπερή και αιμόφυρτη σελήνη Στη θάλασσα όταν πάνω της διαχέει την απροσμέτρητη πίκρα του το Κύπελλο των Άστρων Σήμερα κατηφόρισα απ΄το βουνό στην κοιλάδα Κι απ΄την κοιλάδα στη θάλασσα. Ο δρόμος τράβαγε μακρύς όσο κρατάει ένα φιλί. Οι μυγδαλιές σκορπούσαν τις γαλανές σκιές των κορυφών τους πάνω στο μονοπάτι Και στην κορφή της κοιλάδας, ο ήλιος Τινάζει τις ολόχρυσες Γολκόνδες του στο γλαυκό σου δάσος: Θάλασσα! Μητέρα, Αδελφή, Ερωμένη…! Μπαίνω μες τους απέραντους κήπους των νερών σου και κολυμπώ μακριά από τη στεριά Τα κύματα έρχονται, με τους εύθραυστους θυσάνους των αφρών και χάνονται μες τη βουή. Προς την ακτή Με τις κοκκινωπές βουνοκορφές της Με τα γεωμετρικά της σπίτια Με τις φοινικιές της, έρμαια του ανέμου Που τώρα έχουν γίνει πελιδνά και παράλογα σαν αποκρυσταλλωμένες μνήμες! ……………………………………………..
Ω θάλασσα! Ω Ήλιε!. Ω απέραντη κοίτη! Και ξέρω γιατί. Σ΄αγαπώ. Ξέρω πως είμαστε πολύ γερασμένοι, Κι ότι εμείς οι δύο γνωριζόμαστε εδώ κι αιώνες. Ξέρω πως στα λεπτά και γελαστά νερά σου πρωτάναψε ο όρθρος της Ζωής. (Στην τέφρα ενός τριτογενούς απομεσήμερου, ακούστηκαν οι πρώτοι μου παλμοί στην αγκαλιά σου) Ω πρωτεόμορφη, βγήκα από μέσα σου! Κι οι δυο μας αλυσοδεμένοι και περιπλανώμενοι Κι οι δυο μας με ακόρεστη τη δίψα γι΄άστρα Κι οι δυο μας φως, αέρας, δύναμη, σκοτάδια Κι οι δυο μας με τις απέραντες επιθυμίες μας, μα και τη φοβερή μας δυστυχία!
(Χόρχε Λουίς ΜΠΟΡΧΕΣ , απόσπασμα από τον Υμνο στη Θάλασσα 1919)