Με τον δείκτη στρίμωξε τα
ρινίσματα του καπνού που περίσσεψαν από το τσιγάρο και με προσεκτικές κινήσεις
τα ριξε στο σταχτοδοχείο. Στο τέλος δεν υπήρχε ίχνος καπνού στο τραπεζάκι του
ξενοδοχείου, παρόλα αυτά επέμενε στην τελετουργία, σα να ξέχασε ότι υπήρχε κι
άλλος άνθρωπος στο δωμάτιο. Πήρε εκείνη βιαστικά τη φούστα της από την καρέκλα και
τον κοίταξε με απορία. Συνέχιζε να πιέζει με τον δείκτη στο ξύλο τα αόρατα
ρινίσματα, χωρίς να μιλά και χωρίς να την κοιτά. Τράβηξε τότε εκείνη τις βαριές κουρτίνες
και ένα σκληρό φως όρμησε, καταλαμβάνοντας αδιάκριτα κάθε σπιθαμή του χώρου. Το
φως χαράκωσε την κυτταρίτιδα στους γοφούς της, καθώς στρίμωχνε τη στενή φούστα
για να τη κουμπώσει, ύστερα κόλλησε πάνω στα αυλάκια του προσώπου και στους
κιρσούς των ποδιών της. Ξάπλωσε με αναίδεια στα τσαλακωμένα σεντόνια και έφτασε
μέχρι τη χαλασμένη βρύση του νιπτήρα με
το εκνευριστικό της τικ τακ. Χιλιάδες μικροσκοπικά χρώματα έβαψαν τη σκόνη που
αιωρούνταν και τις λερωμένες ταπετσαρίες. Πριν μπουκάρει το φως, δεν είχε δει
ούτε ακούσει τίποτα απ΄όλα αυτά. Η γυναίκα ταχτοποίησε το πουκάμισο και έσκυψε
μπροστά στον καθρέφτη να σιάξει το είδωλο, αδιαφορώντας για το φως. Κάποιοι
ήχοι από τον φωταγωγό βρήκαν ευκαιρία να τρυπώσουν και να στριμωχτούν ανάμεσα
στις φωτεινές ριπές, αναστατώνοντας την ησυχία.
«Αυτός είναι καβαλάρης…» είπε εκείνη με νόημα κι αμέσως σταμάτησε το
παιχνίδι με τον δείκτη του. Δεν γύρισε καν να τον κοιτάξει, μόνο πρόσθεσε
κόκκινο στα χείλη και με μια βούρτσα έβαλε σε τάξη τις τρίχες που στασίασαν
πριν λίγο στο κρεβάτι. Σήκωσε το κεφάλι του και κοίταξε το παράθυρο. Ύστερα κοίταξε
τη γυναίκα που δάγκωνε τα χείλη της μπροστά στον καθρέφτη, να γίνει πιο κόκκινο
το κόκκινο. Με δυο βήματα πλησίασε τις κουρτίνες και τις τράβηξε με δύναμη. Το
φως πήδηξε στον φωταγωγό τρομαγμένο και ο καλός καβαλάρης μετάνιωσε για την αυθάδειά
του. Η κυτταρίτιδα, οι ρυτίδες και οι κιρσοί, λαβωμένοι ξεψύχησαν. Την πλησίασε
αθόρυβα.
«Δεν βλέπω…» πρόλαβε και είπε η γυναίκα, προτού την ξαπλώσει
ανάσκελα στο κρεβάτι. Η κουρτίνα μαχαίρωσε τα ονόματα των χρωμάτων. Μόνο το
κόκκινο επέζησε.
* * *
*
Απλά..υπέροχη περιγραφή..
ΑπάντησηΔιαγραφήΣ΄ευχαριστώ για τα καλά σου λόγια "λιμανάκι"
Διαγραφή